
Τι είναι η διαμεσολάβηση και
ποιός ο ρόλος του διαμεσολαβητή;
Ποιοί συμμετέχουν στη διαδικασία
διαμεσολάβησης;
Ποιος μπορεί να προσφύγει στην
Εάν προσφύγω στη διαμεσολάβηση
ενώ έχει ήδη εκκινήσει δικαστική
διαδικασία τι γίνεται;
Σε ποιους χώρους μπορεί να γίνει
μια διαμεσολάβηση;
Είναι υποχρεωτική
η φυσική παρουσία;
Μπορεί να γίνει διαμεσολάβηση
για διασυνοριακή διαφορά;
Πόσο μπορεί να διαρκέσει
μια διαμεσολάβηση;
Πόσο κοστίζει μια διαμεσολάβηση;
Είναι μια διαδικασία υποβοηθούμενης διαπραγμάτευσης για την επίλυση διαφορών αστικού και εμπορικού δικαίου.
Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας τα μέρη έχουν κοινές συναντήσεις/συνεδρίες παρουσία των δικηγόρων τους και του διαμεσολαβητή και ιδιωτικές.
Ο διαμεσολαβητής είνα πρόσωπο διαπιστευμένο από το ΥΔΔΑΔ, ουδέτερος προς την διαφορά που καλείται να διαμεσολαβήσει και λειτουργεί με εγκεκριμένες επιστημονικές μεθόδους ώστε εάν είναι δυνατόν να εξευρεθεί κοινή βιώσιμη συμφωνία από τις διαπραγματεύσεις των μερών της διαφωνίας.
Συμμετέχουν τα διαφωνούντα μέρη μετά των πληρεξουσίων δικηγόρων τους και ο/οι διαμεσολαβητής/ες.
Στις περιπτώσεις των καταναλωτικών διαφορών και στις μικροδιαφορές δεν είναι υποχρεωτική η παράσταση μετά των πληρεξουσίων δικηγόρων.
Εάν κατά την εξέλιξη της διαδικασίας κριθεί απαραίτητο, ή προταθεί από το ένα μέρος και γίνει αποδεκτό και από το άλλο μέρος, να παρασταθεί και τρίτος ( είτε κάποιος ειδικός ως προς το αντικείμενο της διαφοράς είτε άλλο πρόσωπο ) τότε μπορεί να συμμετέχει στη διαδικασία εφ΄ όσον υπογράψει συμφωνητικό εχεμύθειας.
Μια επιτυχής διαμεσολάβηση καταλήγει στη κοινώς αποδεκτή συμφωνία όλων των διαφωνούντων μερών και την ουσιαστική διευθέτηση της διαφοράς τους. Η συμφωνία είναι αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων των μερών και διαμορφώνεται, ως περιεχόμενο, από τα ίδια τα μέρη και τους δικηγόρους τους. Το έγγραφο της συμφωνίας καλύπτεται από την εμπιστευτικότητα της διαδικασίας και δεν κοινοποιείται σε τρίτους.
Είναι πάντα έγγραφη συμφωνία και εάν κάποιο από τα μέρη το επιθυμεί, μπορεί να κατατεθεί στο αρμόδιο πρωτοδικείο της περιφέρειας που υπάγεται η διαφορά και να αποτελεί εκτελεστό τίτλο εφ΄ όσον περιέχει σχετικές διατάξεις.
Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που αντιμετωπίζει αστικές και εμπορικές διαφορές, είτε έχει εκκινήσει σχετική δικαστική διαδικασία είτε όχι αρκεί να έχει εξουσία διάθεσης του αντικειμένου της διαφοράς.
Η γνωστοποίηση του αιτήματος υπαγωγής σε διαδικασία διαμεσολάβησης αναστέλει τις δικαστικές προθεσμίες καθ΄ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας.
Μια διαμεσολάβηση μπορεί να γίνει σε οποιοδήποτε χώρο αρκεί να πληρεί τις προδιαγραφές για κοινές και ιδιωτικές συνεδρίες.
Όχι, σε περίπτωση αδυναμίας φυσικής παρουσίας προβλέπεται διαδικασία τηλεδιάσκεψης.
Ναι. Ως διασυνοριακή διαφορά νοείται εκείνη στην οποία ένα τουλάχιστον από τα μέρη κατοικεί μονίμως ή διαμένει συνήθως σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο οποιουδήποτε άλλου μέρους της διαφωνίας.
Δεν προβλέπεται ελάχιστη διάρκεια. Προβλέπεται ως μέγιστη διάρκεια το διάστημα των 30 ημερών ενώ σε περίπτωση που τα μέρη αποφασίσουν να παρατείνουν αυτή την προθεσμία δίνεται και πάλι ως μέγιστη διάρκεια παράτασης το διάστημα των 30 ημερών.
Το χρονικό διάστημα από 1-31 Αυγούστου δεν υπολογίζεται στις παραπάνω προθεσμίες.
Η αμοιβή του διαμεσολαβητή ορίζεται ελεύθερα με έγγραφη συμφωνία του διαμεσολαβητή και των μερών.
Εάν δεν υπάρχει έγγραφη συμφωνία, η αμοιβή του διαμεσολαβητή ορίζεται ως εξής:
α) στις περιπτώσεις που ορίζεται από το νόμο υποχρεωτική πρώτη συνεδρία, το επισπεύδον μέρος προκαταβάλλει στον διαμεσολαβητή ποσό πενήντα (50,00 συν 24% φ.π.α.) ευρώ ως αμοιβή για την υποχρεωτική αρχική συνεδρία. Το ποσό αυτό βαρύνει τα μέρη κατ’ ισομοιρία.
Σε περίπτωση που η διαφορά αχθεί ενώπιον δικαστηρίου, το μέ-ρος της διαφοράς που δεν προσήλθε στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, παρότι κλήθηκε νόμιμα προς τούτο ή δεν κατέβαλε το ποσό που του αναλογεί για την αμοιβή του διαμεσολαβητή για την υποχρεωτική αρχική συνεδρία, καταδικάζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 176 επ. Κ.Πολ.Δ. σε ολόκληρο το ποσό που κατέβαλε το επισπεύδον μέρος για την υποχρεωτική αρχική συνεδρία.
Το ποσό αυτό λογίζεται ως δικαστικό έξοδο ανεξάρτητα από την έκβαση της δίκης, β) για κάθε ώρα διαμεσολάβησης μετά την υποχρεωτική αρχική συνεδρία η ελάχιστη αμοιβή ορίζεται στο ποσό των ογδόντα (80,00) ευρώ και βαρύνει τα μέρη κατ’ ισομοιρία.
Γιατί συμφέρει να οδηγηθεί μια διαφορά στη διαμεσολάβηση;
Το ελάχιστο κόστος μιας διαμεσολάβησης είναι (130 ευρώ ελάχιστα έξοδα υποχρεωτικής διαμεσολάβησης) πολύ πιο συμφέρον από το κόστος μιας αντιδικίας έως να φτάσει σε αμετάκλητη απόφαση (από 5.000 ευρώ για διαδικασίες Ειρηνοδικείου).
Ομοίως και ο χρόνος μιας ολοκληρωμένης διαμεσολάβησης αντιστοιχεί σε ελάχιστο διάστημα (σύνηθες διάστημα 1 έως 30 ημέρες) συγκριτικά με το χρόνο που απαιτείται για να φτάσει μια αντιδικία σε αμετάκλητη απόφαση (σύνηθες διάστημα 7 έως 15 χρόνια).
Στη διαμεσολάβηση τα μέρη έχουν τον έλεγχο του περιεχομένου της διαπραγμάτευσης και της τελικής συμφωνίας. Δεν εκδιδεται από έναν τρίτο δεσμευτική απόφαση.
Η υπαγωγή μιας διαφοράς σε διαμεσολάβηση δεν αποφέρει ηττηθέν μέρος και νίκητη αλλά μια αποδεκτή ΣΥΜΦΩΝΙΑ μεταξύ των μερών της διαφοράς.